-
Μα εγώ δε ζω γονατιστός είµαι της γερακίνας γιος
τι κι αν µ’ ανοίγουνε πληγές εγώ αντέχω τις φωτιές
μάνα µη λυπάσαι, µάνα µη µε κλαις
Ούτε στρώµα να πλαγιάσω ούτε φως για να διαβάσω
το γλυκό σου γράµµα ωχ µανούλα µου
καλοκαίρι κι είναι κρύο ένα µέτρο επί δύο
είναι το κελί µου ωχ µανούλα µου
Μα εγώ δε ζω γονατιστός είµαι της γερακίνας γιος
τι κι αν µ’ ανοίγουνε πληγές εγώ αντέχω τις φωτιές
μάνα µη λυπάσαι, µάνα µη µε κλαις
Ένα ρούχο µατωµένο στρώνω για να ξαποσταίνω
στο υγρό τσιµέντο ωχ µανούλα µου
στο κελί το διπλανό µου φέραν κάποιον αδελφό µου
πόσα θα τραβήξει ωχ µανούλα µου
Μα εγώ δε ζω γονατιστός είµαι της γερακίνας γιος
τι κι αν µ’ ανοίγουνε πληγές εγώ αντέχω τις φωτιές
μάνα µη λυπάσαι, µάνα µη µε κλαις